Οικονομία

29 Ιουνίου 2020 15:03 Τελευταία ενημέρωση : 29 Ιουνίου 2020 21:51

Στουρνάρας: Ύφεση έως 5,8% του ΑΕΠ το “βασικό” σενάριο

Διάβασέ μου το...

Τα σενάρια για την ύφεση και οι προϋποθέσεις για την ανάκαμψη της οικονομίας.

Στουρνάρας: Ύφεση έως 5,8% του ΑΕΠ το “βασικό” σενάριο
-

Του Νίκου Ρογκάκου

 Ύφεση έως και 5,8% του ΑΕΠ προβλέπει το δυσμενές σενάριο που περιλαμβάνεται στην Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής 2019-2020, της τράπεζας της Ελλάδος.

Σύμφωνα με την ΤτΕ στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί με την πανδημία και την αλλαγή του διεθνούς περιβάλλοντος, οι μακροοικονομικές προβλέψεις υπόκεινται σε μεγάλη αβεβαιότητα.

Τα τρία σενάρια για την ύφεση

Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος, η οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει σημαντικά το 2020, καταγράφοντας ρυθμό μεταβολής -5,8%. Το 2021 η οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα ανακάμψει και θα αυξηθεί με ρυθμό 5,6%, ενώ το 2022 θα σημειώσει αύξηση 3,7%.

Σύμφωνα με το ήπιο σενάριο, το οποίο υποθέτει μια πιο σύντομη μεταβατική περίοδο προς την κανονικότητα, το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 4,4% το 2020 και θα αυξηθεί κατά 5,8% και 3,8% το 2021 και το 2022 αντίστοιχα.

Σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο, το οποίο συνδέεται με μια ενδεχόμενη αναζωπύρωση του κορονοϊού, οι συνέπειες της πανδημίας αναμένεται να είναι πιο έντονες και με μεγαλύτερη διάρκεια και η ανάκαμψη της οικονομίας θα είναι βραδύτερη: το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 9,4% το 2020, ενώ θα αυξηθεί κατά 5,7% το 2021 και 4,5% το 2022.

Μεσοπρόθεσμα, και καθώς οι συνθήκες στην αγορά εργασίας θα βελτιώνονται, η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται ότι θα συμβάλει θετικά στην οικονομική δραστηριότητα. Οι επενδύσεις εκτιμάται ότι θα επηρεαστούν αρνητικά από την πανδημία, την αύξηση της αβεβαιότητας και την προσωρινή αναβολή επενδυτικών αποφάσεων, ενώ θα ενισχυθούν σημαντικά κατά την περίοδο 2021-2022, στηριζόμενες τόσο στις ιδιωτικές πρωτοβουλίες όσο και στις δημόσιες επενδύσεις.

Οι εξαγωγές αγαθών αναμένεται να μειωθούν το 2020, επηρεαζόμενες από την υποχώρηση της εξωτερικής ζήτησης, ως απόρροια της μεγάλης επιδείνωσης του διεθνούς περιβάλλοντος. Οι τουριστικές εισπράξεις αναμένεται να σημειώσουν πολύ μεγάλη μείωση το 2020, καθώς τα μέτρα περιορισμού της διασποράς του κορονοϊού πλήττουν ιδιαιτέρως τους κλάδους εκείνους που σχετίζονται με την παροχή τουριστικών υπηρεσιών, ενώ αναμένεται και μείωση της ζήτησης για το τουριστικό προϊόν. Οι ναυτιλιακές εισπράξεις θα επηρεαστούν αρνητικά από την κάμψη της παγκόσμιας οικονομίας και την υποχώρηση του διεθνούς εμπορίου. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αναμένεται να αυξηθούν με υψηλούς ρυθμούς τα επόμενα δύο χρόνια σε συνάρτηση με την ανάκαμψη της εξωτερικής ζήτησης και τη βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Τέλος, οι εισαγωγές θα ακολουθήσουν την πορεία της εγχώριας ζήτησης και των εξαγωγών καθ’ όλη την περίοδο πρόβλεψης.

Προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και την επιτάχυνση της ανάκαμψης

Για την επιτυχή αντιμετώπιση των προκλήσεων και την επαναφορά της οικονομίας στην αναπτυξιακή τροχιά των τελευταίων ετών, κρίσιμες θεωρούνται, σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, οι εξής πρωτοβουλίες:

(α) Η αποτελεσματική και ευρεία αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων και των εθνικών δημοσιονομικών πόρων ώστε να μεγιστοποιηθεί η επίδρασή τους στην οικονομική δραστηριότητα και να ελαχιστοποιηθεί το δημοσιονομικό κόστος.

(β) Η συνέχιση της παροχής άμεσων ενισχύσεων και φορολογικών και ασφαλιστικών διευκολύνσεων σε επιχειρήσεις και κλάδους που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, προκειμένου οι επιπτώσεις της κρίσης να μην καταστούν μόνιμες.

(γ) Η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας και της πολιτικής προστασίας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ενδεχόμενο αναζωπύρωσης της υγειονομικής κρίσης.

(δ) Η ταχεία ανάταξη, σε συνδυασμό βέβαια με την προστασία της δημόσιας υγείας, της οικονομικής δραστηριότητας – και ιδιαίτερα της τουριστικής, η εξέλιξη της οποίας δεν συνδέεται μόνο με τις ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και με εξωτερικούς παράγοντες.

Μεσοπρόθεσμα, θα πρέπει να αναληφθούν πρόσθετες πρωτοβουλίες με στόχο:

• Να αποκατασταθεί η δημοσιονομική σταθερότητα και να μετριαστεί η επίπτωση των έκτακτων μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.

• Να στηριχθούν οι τράπεζες ώστε να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του αύριο, που αφορούν την ψηφιακή τεχνολογία και, κυρίως, τη χρηματοδότηση δυναμικών κλάδων και επιχειρήσεων. Αυτό απαιτεί, κατά προτεραιότητα, την άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTC).

• Να τονωθεί η δημόσια και ιδιωτική επενδυτική δραστηριότητα με αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων. Προς το σκοπό αυτό θα πρέπει να ενισχυθούν οι δημόσιες επενδύσεις για την αναβάθμιση των δημόσιων υποδομών, να στηριχθούν οι επενδυτικές πρωτοβουλίες με υψηλή προστιθέμενη αξία, αλλά και να προσαρμοστεί το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων στις νέες, μετά την πανδημία, συνθήκες. Ταυτόχρονα, οι συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) για την ενίσχυση των υποδομών, ειδικότερα στον τομέα της ψηφιακής υγείας και εκπαίδευσης, αποκτούν ενδεχομένως νέο περιεχόμενο μετά την εμπειρία της πανδημίας.

• Να διαφυλαχθεί η κυβερνητική δέσμευση και αξιοπιστία ως προς την εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με ισχυρά πολλαπλασιαστικά οφέλη στην οικονομική δραστηριότητα και στην ενίσχυση του δυνητικού προϊόντος. Προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσαν να συμβάλουν δράσεις σχετικές με: (α) τη στοχευμένη μείωση της φορολογίας και ιδιαίτερα των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, (β) την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, (γ) τη βελτίωση της ποιότητας της διακυβέρνησης στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, (δ) την αναβάθμιση των συστημάτων υγείας και εκπαίδευσης και (ε) τον εξορθολογισμό των δημόσιων δαπανών με ανακατανομή πόρων σε αναπτυξιακές δράσεις.

• Να αποφευχθεί μια μόνιμη αύξηση της ανεργίας. Για τη στήριξη της αγοράς εργασίας και των επιχειρήσεων θα χρειαστούν πρόσθετες ενεργητικές πολιτικές, με αξιοποίηση του μηχανισμού ενίσχυσης της απασχόλησης ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ, ώστε να στηριχθούν οι κλάδοι που επηρεάστηκαν περισσότερο μέσω της παροχής κινήτρων στις επιχειρήσεις για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και την ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζομένων. Παράλληλα, πρέπει να συνεχιστούν τα μέτρα προστασίας των ανέργων, ιδίως των μακροχρόνια ανέργων.

Με το ξέσπασμα της πανδημίας, η κυβέρνηση έλαβε, χωρίς καθυστέρηση, μέτρα περιορισμού των δραστηριοτήτων της οικονομικής και κοινωνικής ζωής με αποτέλεσμα, έως τώρα, οι υγειονομικές επιπτώσεις να είναι συγκριτικά μικρές. Η επιτυχής διαχείριση της υγειονομικής κρίσης ενίσχυσε την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος και ανέδειξε τη σημασία τόσο της ατομικής όσο και της συλλογικής ευθύνης στην οργάνωση και λειτουργία της κοινωνίας και της οικονομίας.

Τα μέτρα περιορισμού, παρότι συμβάλλουν στη διατήρηση της υγείας του πληθυσμού, έχουν υψηλό οικονομικό κόστος βραχυπρόθεσμα. Τα δημοσιονομικά μέτρα που ελήφθησαν από την κυβέρνηση για τη στήριξη της οικονομίας και οι εκτεταμένες δράσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΕΚΤ και των λοιπών ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων αναμένεται να αντισταθμίσουν, έως ένα βαθμό, τις αρνητικές επιπτώσεις του κορονοϊού στην ανάπτυξη και την απασχόληση το 2020 και να οδηγήσουν σε ανάκαμψη της οικονομίας το 2021.

Για να αντιμετωπιστούν όμως οι υπάρχουσες και μελλοντικές προκλήσεις, θα πρέπει, επενδύοντας στη νέα σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και πολιτών, να συνεχιστεί η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα. Παράλληλα, θα πρέπει να διασφαλιστεί, μεσοπρόθεσμα, η διατήρηση υγιούς δημοσιονομικής θέσης με πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης, προκειμένου να αποτραπεί η αύξηση του κόστους αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους στις αγορές κεφαλαίων και να διαφυλαχθεί η βιωσιμότητά του.

Εν κατακλείδι, η υγειονομική κρίση, παρά τις ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις της για την κοινωνία και την οικονομία, αποτελεί μια αξιοσημείωτη ευκαιρία για να προωθηθούν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις ώστε η Ελλάδα να προχωρήσει προς τη νέα ψηφιακή εποχή, αντιμετωπίζοντας παράλληλα και τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής. Ταυτόχρονα, η πρόσφατη κρίση (όπως και η κρίση χρέους που οδήγησε σε σημαντικές αλλαγές, για παράδειγμα στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού) είναι μια ευκαιρία για να πραγματοποιήσει η Ευρώπη ακόμη ένα σημαντικό βήμα προς την οικονομική ολοκλήρωση.

Οι προκλήσεις

Η πανδημία του κορονοϊού αναμένεται να επιδεινώσει σημαντικά κάποια από τα προβλήματα (το υψηλό δημόσιο χρέος, το υψηλό ποσοστό ανεργίας, το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το μεγάλο επενδυτικό κενό) που κληροδότησε στην Ελλάδα η κρίση χρέους της δεκαετίας του 2010.

 Τα προβλήματα αυτά προστίθενται στις προκλήσεις που αντιμετώπιζε ήδη η ελληνική οικονομία και οι οποίες περιορίζουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της: τη χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, τον αργό ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας, το υψηλό επίπεδο φοροδιαφυγής, τη φυγή ανθρώπινου δυναμικού υψηλής εξειδίκευσης στο εξωτερικό, την κλιματική αλλαγή και το κόστος μετάβασης σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας, τη μεταναστευτική-προσφυγική κρίση, την προβλεπόμενη δημογραφική επιδείνωση λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και τη μεγάλη αρνητική καθαρή διεθνή επενδυτική θέση της Ελλάδος.

Eurogroup - Τσακαλώτος

Τσακαλώτος: Οι προβλέψεις δεν ταυτίζονται με αυτές της Κυβέρνησης

Για προβλέψεις που «δεν ταυτίζονται ακριβώς με αυτές της Κυβέρνησης» στην έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, κάνει λόγο ο τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ, Ευκλείδης Τσακαλώτος.

«Διαβάζω την έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι παρά τις εμφανείς περί του αντιθέτου προσπάθειες, οι προβλέψεις του δεν ταυτίζονται ακριβώς με αυτές της Κυβέρνησης» σημειώνει ο τέως Υπουργός Οικονομικών σε γραπτή του δήλωση, φέρνοντας ως παράδειγμα ότι «στο δυσμενές σενάριο ο κ. Στουρνάρας δεν προβλέπει απλώς βαθύτερη ύφεση αλλά και ανάκαμψη που δεν είναι τύπου V αλλά πιο αργή».

«Ούτε περνάνε απαρατήρητες οι παραινέσεις του κ. Στουρνάρα για δημοσιονομική προσαρμογή και αναρωτιέμαι αν ο ίδιος αντιλαμβάνεται τους κινδύνους που εμπεριέχει μια γρήγορη δημοσιονομική προσαρμογή», συνεχίζει και διερωτάται: «Με βάση αυτά, το Υπουργείο Οικονομικών έχει κάποιο σχέδιο; Ο κ. Σταϊκούρας καταλαβαίνει αυτούς τους κινδύνους ή θεωρεί ότι το μέγεθος και ο τρόπος δημοσιονομικής προσαρμογής που επελέγησαν στο παρελθόν από Κυβερνήσεις που υπηρέτησε, ήταν ο ενδεδειγμένος;».

«Τέλος, το γεγονός ότι σύμφωνα με τον αξιότιμο κ. διοικητή η μεγάλη ελπίδα για την οικονομία σήμερα είναι οι περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεις, τώρα μάλιστα, που οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων είναι στα Τάρταρα, λέω να το αφήσω ασχολίαστο», καταλήγει ο κ. Τσακαλώτος.